Ασκήσεις με απαντήσεις στους υποθετικούς λόγους

Ασκήσεις με απαντήσεις στους υποθετικούς λόγους

Αφού μελετήσουμε το αντίστοιχο φαινόμενο (υποθετικοί λόγοι) από τη σελίδα του εκπαιδευτικού υλικού για το συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής μπορούμε να εξασκηθούμε με τις παρακάτω ασκήσεις, οι οποίες και έχουν αναρτηθεί στον ιστότοπο του υπουργείου study4exams ως προτεινόμενες. Για οποιαδήποτε απορία ή διευκρίνηση σχετικά με τις σωστές απαντήσεις και κυρίως τον τρόπο να φτάσουμε σε αυτές μπορείτε να επικοινωνείτε μαζί μας.

 

Οι ασκήσεις:
  1. Να βρείτε και να αναγνωρίσετε το είδος του υποθετικού λόγου στα παρακάτω παραδείγματα.

 

1.1. Εἰ μὲν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ἐκρίνοντο, ῥᾳδίως ἂν ἐσῴζοντο.

1.2. Ἐὰν δὲ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν ἐξαμαρτανόντων τιμωρῆσθε, πάντες πεύσονται.

1.3. Ἔσται δ’ αὐτὸς ἑαυτῷ ἕκαστος αἴτιος, ἐὰν δεῦρο ἀναβῇ καὶ ἀναισχυντῇ.

1.4. Εἰ μὲν ἤρεσκέ τί μοι τῶν ῥηθέντων, ἡσυχίαν ἂν ἦγον.

1.5. Ἂν δὲ σιωπῶ, ἔφη, οὐκ ἄρ’ οἰμώξομαι;

1.6. Εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα, ἔσονται ἔκσπονδοι.

1.7. Εἰ νῦν γε ἐξαπατηθείητε ὑπὸ τούτων καὶ δημεύσαιτε τὴν οὐσίαν ἡμῶν, οὐδὲ δύο τάλαντα λάβοιτ’ ἄν.

1.8. Εἰ δὲ μὴ ἦν τοιοῦτος ὁ πατὴρ, οὐκ ἂν ἐκ πολλῶν ὀλίγα κατέλιπεν.

1.9. Ἐάν τις τὸν ἥλιον ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται.

1.10 Ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ, δικαίως τιμωρηθήσεται.

1.11. Ἐξῆν ὑμῖν ἐπικουρεῖν αὐτοῖς, εἰ ἐβούλεσθε.

 

 

  1. Να μετατρέψετε τους παρακάτω υποθετικούς λόγους στο είδος που ζητείται.

 

2.1. Εἰ ψεύδομαι, Σώκρατες, ἐξέλεγχε.

Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.

 

2.2. Ἢν ἐθέλωμεν ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ τῶν δικαίων, εὐδοκιμήσομεν.

Να γίνει μετατροπή στην απλή σκέψη του λέγοντος.

 

2.3. Εἰ σὺ βούλει, ἐπανέλθωμεν.

Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρελθόν.

 

2.4. Τῶν ἐχθρῶν εἴ τινα λάβοιεν, ἀπέκτεινον.

Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.

 

2.5. Εἰ τοῦτο ποιεῖς, τὴν πόλιν βλάπτεις.

Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.

 

2.6. Εἰ μὴ εἴχομεν φῶς, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν.

Να γίνει μετατροπή στην απλή σκέψη του λέγοντος.

 

2.7. Εἰ δὲ τοῖς λόγοις πείθοισθε τοῖς ἐμοῖς, ὅλην τὴν Ἑλλάδα καλῶς ἂν διοικοῖτε.

Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρόν – μέλλον.

 

2.8. Ἐὰν ἀντέχῃ τὰ τῶν Ὀλυνθίων, ὑμεῖς ἐκεῖ πολεμήσετε.

Να γίνει μετατροπή στο πραγματικό.

 

2.9. Οὐδὲ ζώῃ ἄν τις, εἰ μὴ τρέφοιτο.

Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.

 

2.10. Ἐάν τις φανερὸς γένηται κλέπτων ἢ λωποδυτῶν […], τούτοις θάνατός ἐστιν ἡ ζημία.

Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.

 

 

  1. Να αναγνωρίσετε το είδος των υποθετικών λόγων.

 

Ἂν μὴ πιστεύητε, πέμψατε πρέσβεις Ἀθήναζε.

 

Ἄν τι συμβῇ τοιοῦτον, μέμνημαι τοῦ πατρός.

 

Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.

 

Ἡ μὲν φύσις, ἂν ᾖ πονηρὰ, πολλάκις φαῦλα βούλεται.

 

Εἰ τοῦτο πάντες ἐποιοῦμεν, ἅπαντες ἂν ἀπωλόμεθα.

 

Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.

 

Σωκράτης οὐκ ἔπινε, εἰ μὴ διψῴη.

 

Ἂν μή τι κατὰ γνώμην ἐκβῇ, ἐν ὀργῇ ποιεῖσθε.

 

Εἰ Ἀγησίλαος τοὺς νέους σπουδαίους γυμναζόμενους ἴδοι, ἐπῄνεσεν ἄν.

 

 

  1. Να μετατρέψετε τις ακόλουθες υποθετικές προτάσεις σε υποθετικές μετοχές.

 

α. Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.

β. Ἀπέθανον γάρ, εἰ μὴ ἡ τῶν τριάκοντα ἀρχὴ κατελύθη.

γ. Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.

δ. Ἐάν τι λέγῃς παρὰ ταῦτα, μάτην ἐρεῖς.

ε. Εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται καὶ ἡ πᾶσα Σικελία.

 

 

Οι λύσεις:
Ασκηση 1
1.1. «Εἰ μὲν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ἐκρίνοντο, ῥᾳδίως ἂν ἐσῴζοντο.»
(μτφρ. Αν βέβαια κρίνονταν στο δικαστήριο, εύκολα θα σώζονταν.)«Εἰ μὲν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ἐκρίνοντο»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Εἰ» + «ἐκρίνοντο» (οριστική παρατατικού)
Απόδοση: «ἂν ἐσώζοντο» (δυνητική οριστική)
2ο είδος: To μη πραγματικό.1.2. «Ἐὰν δὲ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν ἐξαμαρτανόντων τιμωρῆσθε, πάντες πεύσονται».
(μτφρ. Αν τιμωρήσετε τους πιο επιφανείς από αυτούς που έσφαλαν, όλοι θα (το) πληροφορηθούν.)«Ἐὰν δὲ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν ἐξαμαρτανόντων τιμωρῆσθε»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Ἐὰν» + «τιμωρῆσθε» (υποτακτική)
Απόδοση: «πεύσονται» (οριστική μέλλοντα)
3ο είδος: To προσδοκώμενο.1.3. «Ἔσται δ’ αὐτὸς ἑαυτῷ ἕκαστος αἴτιος, ἐὰν δεῦρο ἀναβῇ καὶ ἀναισχυντῇ.»
(μτφρ. Αν ανέβει εδώ και συμπεριφερθεί αναιδώς, θα είναι ο καθένας χωριστά ο ίδιος υπαίτιος για τον εαυτό του.)Δευτερεύουσες επιρρηματικές υποθετικές προτάσεις – Σύνθετος Υποθετικός Λόγος

α) «ἐὰν δεῦρο ἀναβῇ»:
Υπόθεση: «ἐὰν» + «ἀναβῇ» (υποτακτική)
Απόδοση: «Ἔσται» (οριστική μέλλοντα)
3ο είδος: To προσδοκώμενο.

β) Υπόθεση: (ἐὰν) + «ἀναισχυντῇ» (υποτακτική)
Απόδοση: «Ἔσται» (οριστική μέλλοντα)
3ο είδος: To προσδοκώμενο.

1.4. «Εἰ μὲν ἤρεσκέ τί μοι τῶν ῥηθέντων, ἡσυχίαν ἂν ἦγον.»
(μτφρ. Αν μου άρεσε κάτι από αυτά που λέγονταν, θα παρέμενα αδρανής.)

«Εἰ μὲν ἤρεσκέ τί μοι τῶν ῥηθέντων»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Εἰ» + «ἤρεσκέ» (οριστική παρατατικού)
Απόδοση: «ἂν ἦγον» (δυνητική οριστική)
2ο είδος: To μη πραγματικό.

1.5. «Ἂν δὲ σιωπῶ, οὐκ ἄρ’, ἔφη, οἰμώξομαι;»
(μτφρ. Αν λοιπόν σωπάσω, είπε, τότε δεν θα κλάψω;)

«Ἂν δὲ σιωπῶ»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Ἂν» + «σιωπῶ» (υποτακτική)
Απόδοση: «οἰμώξομαι» (οριστική μέλλοντα)
3ο είδος: To προσδοκώμενο.

1.6. «Εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα, ἔσονται ἔκσπονδοι».
(μτφρ. Αν δεν κάνουν αυτά, θα αποκλειστούν από τις συνθήκες.)

«Εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Εἰ» + «ποιήσουσι» (οριστική μέλλοντα)
Απόδοση: «ἔσονται» (οριστική μέλλοντα)
1ο είδος: To πραγματικό με σημασία προσδοκώμενου.

1.7. «Εἰ νῦν γε ἐξαπατηθείητε ὑπὸ τούτων καὶ δημεύσαιτε τὴν οὐσίαν ἡμῶν, οὐδὲ δύο τάλαντα λάβοιτ’ ἄν».
(μτφρ. Αν εξαπατηθείτε τώρα από αυτούς και δημεύσετε την περιουσία μας, ούτε δύο τάλαντα δεν θα λάβετε.)

Δευτερεύουσες επιρρηματικές υποθετικές προτάσεις – Σύνθετος Υποθετικός Λόγος

α) «Εἰ νῦν γε ἐξαπατηθείητε ὑπὸ τούτων»:
Υπόθεση: «Εἰ» + «ἐξαπατηθείητε» (ευκτική)
Απόδοση: «λάβοιτ’ ἂν» (δυνητική ευκτική)
5ο είδος: Απλή σκέψη του λέγοντος.

β) (Εἰ) + «δημεύσαιτε»
Απόδοση: «λάβοιτ’ ἂν» (δυνητική ευκτική)
5ο είδος: Απλή σκέψη του λέγοντος.

1.8. Εἰ δὲ μὴ ἦν τοιοῦτος ὁ πατὴρ, οὐκ ἂν ἐκ πολλῶν ὀλίγα κατέλιπεν».
(μτφρ. Αν ο πατέρας δεν ήταν τέτοιος, δεν θα άφηνε από πολλά λίγα.)

«Εἰ δὲ μὴ ἦν τοιοῦτος ὁ πατὴρ»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Εἰ» + «ἦν» (οριστική παρατατικού)
Απόδοση: «ἂν κατέλιπεν» (δυνητική οριστική)
2ο είδος: To μη πραγματικό.

1.9. «Ἐάν τις τὸν ἥλιον ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται».
(μτφρ. Αν κάποιος επιχειρήσει με αυθάδεια να δει τον ήλιο, χάνει τα μάτια του.)

Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Ἐὰν» + «ἐγχειρῇ» (υποτακτική)
Απόδοση: «ἀφαιρεῖται» (οριστική ενεστώτα)
4ο είδος: Aόριστη επανάληψη στο παρόν-μέλλον.

1.10 «Ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ, δικαίως τιμωρηθήσεται».
(μτφρ. Aν θέλει ο θεός, δίκαια θα τιμωρήσει.)

«Ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Ἐὰν» + «ἐθέλῃ» (υποτακτική)
Απόδοση: «τιμωρηθήσεται» (οριστική μέλλοντα)
3ο είδος: To προσδοκώμενο.

1.11. «Ἐξῆν ὑμῖν ἐπικουρεῖν αὐτοῖς, εἰ ἐβούλεσθε».
(μτφρ. Ήταν δυνατόν αυτοί να βοηθήσουν εσάς, αν θέλατε.)

«εἰ ἐβούλεσθε»:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση
Υπόθεση: «Εἰ» + «ἐβούλεσθε» (οριστική παρατατικού)
Απόδοση: «Ἐξῆν ἐπικουρεῖν» (παρατατικός απρόσωπου ρήματος + απαρέμφατο)
2ο είδος: To μη πραγματικό.

Άσκηση 2
2.1. «Εἰ ψεύδομαι, Σώκρατες, ἐξέλεγχε»:
Εἰ ἐψευδόμην, Σώκρατες, ἂν ἐξήλεγχες.2.2. «Ἢν ἐθέλωμεν ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ τῶν δικαίων, εὐδοκιμήσομεν»:
Εἰ θέλοιμεν ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ τῶν δικαίων, ἂν εὐδοκιμήσοιμεν.2.3. «Εἰ σὺ βούλει, ἐπανέλθωμεν»:
Εἰ σὺ βούλοιο, ἂν ἐπανήλθομεν.2.4. «Τῶν ἐχθρῶν εἴ τινα λάβοιεν, ἀπέκτεινον»:
Τῶν ἐχθρῶν ἐάν τινα λάβωσιν, ἀποκτενοῦσι.2.5. «Εἰ τοῦτο ποιεῖς, τὴν πόλιν βλάπτεις»:
Εἰ τοῦτο ἐποίεις, τὴν πόλιν ἂν ἔβλαπτες.2.6. «Εἰ μὴ εἴχομεν φῶς, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἄν ἦμεν»:
Εἰ μὴ ἔχοιμεν φῶς, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν εἶμεν.

2.7. «Εἰ δὲ τοῖς λόγοις πείθοισθε τοῖς ἐμοῖς, ὅλην τὴν Ἑλλάδα καλῶς ἂν διοικοῖτε»:
Ἐὰν δὲ τοῖς λόγοις πείθησθε τοῖς ἐμοῖς, ὅλην τὴν Ἑλλάδα καλῶς διοικεῖτε.

2.8. «Ἐὰν ἀντέχῃ τὰ τῶν Ὀλυνθίων, ὑμεῖς ἐκεῖ πολεμήσετε»:
Εἰ ἀντέχει τὰ τῶν Ὀλυνθίων, ὑμεῖς ἐκεῖ (πολεμήσετε) πολεμεῖτε.

2.9. «Οὐδὲ ζώῃ ἄν τις, εἰ μὴ τρέφοιτο»:
Οὐδὲ ἔζη ἄν τις, εἰ μὴ ἐτρέφετο.

2.10. «Ἐάν τις φανερὸς γένηται κλέπτων ἢ λωποδυτῶν, […] τούτοις θάνατός ἐστι ἡ ζημία»:
Ἐάν τις φανερὸς γένηται κλέπτων ἢ λωποδυτῶν, τούτοις θάνατος ἔσται ἡ ζημία.

Άσκηση 3
    1. Ἂν μὴ πιστεύητε, πέμψατε πρέσβεις Ἀθήναζε.
      Προσδοκώμενο
    1. Ἄν τι συμβῇ τοιοῦτον, μέμνημαι τοῦ πατρός.
      Αόριστη επανάληψη στο παρόν – μέλλον
    1. Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα,εἰ φωνὴν λάβοι.
      Απλή σκέψη του λέγοντος
    1. Ἡ μὲν φύσις,ἂν ᾖ πονηρὰ, πολλάκις φαῦλα βούλεται.
      Αόριστη επανάληψη στο παρόν – μέλλον
    1. Εἰ τοῦτο πάντες ἐποιοῦμεν, ἅπαντες ἂν ἀπωλόμεθα.
      Μη πραγματικό
    1. Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην,εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.
      Πραγματικό
    1. Σωκράτης οὐκ ἔπινε, εἰ μὴ διψῴη.
      Αόριστη επανάληψη στο παρελθόν
    1. Ἂν μή τι κατὰ γνώμην ἐκβῇ, ἐν ὀργῇ ποιεῖσθε.
      Αόριστη επανάληψη στο παρόν – μέλλον
  1. Εἰ Ἀγησίλαος τοὺς νέους σπουδαίους γυμναζόμενους ἴδοι,ἐπῄνεσεν ἄν.
    Αόριστη επανάληψη στο παρελθόν

 

 

Άσκηση 4

α. Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.
Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην φυγὰς ἀδίκως καταστησόμενος.

β. Ἀπέθανον γάρ, εἰ μὴ ἡ τῶν τριάκοντα ἀρχὴ κατελύθη.
Ἀπέθανον γάρ μὴ τῆς τῶν τριάκοντα ἀρχῆς καταλυθείσης.

γ. Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.
Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα φωνὴν λαβοῦσα.

δ. Ἐάν τι λέγῃς παρὰ ταῦτα, μάτην ἐρεῖς.
Λέγων τι παρὰ ταῦτα μάτην ἐρεῖς.

ε. Εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται καὶ ἡ πᾶσα Σικελία.
Ταύτης τῆς πόλεως ληφθησομένης ἔχεται καὶ ἡ πᾶσα Σικελία.

Για το εκπαιδευτικό υλικό καθώς και τα εκπαιδευτικά video, στα οποία έχουν πρόσβαση οι μαθητές μας μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα μας, η οποία αφορά τα διαδικτυακά μαθήματα που παρέχει το Φιλολογικό Φροντιστήριο.

 

Ασκήσεις στους υποθετικούς λόγους με απαντήσεις.

Η κούραση, κείμενο του Jean Baudrillard

Ο Iean Baudrillard ήταν μια εξέχουσα φυσιογνωμία στον χώρο των Ανθρωπιστικών Σπουδών και της Φιλοσοφίας γενικότερα. Πολλές φορές τον εντάσσουμε στη χορεία διανοητών, όπως ο Lacan, ο Lyotard, o Fouceault, o Derrida, ακόμα και ο Deleuze.

Με λίγα λόγια και σε πρώτο επίπεδο, το έργο του συνδέεται με τον μεταδομισμό. Στην πραγματικότητα όμως ο Baudrillard είναι ένας στοχαστής πολύ πρωτότυπος και κάθε προσπάθεια κατηγοριοποίησης του έργου του αδικεί την ιδιαιτερότητά του. Πολυγραφότατος, αυτό που τον διακρίνει εκτός των άλλων είναι η οξυδερκής ανάλυση και κριτική της σύγχρονης κοινωνίας και σκέψης.

Στη συνέχεια παραθέτουμε το κείμενό του με τίτλο ” Η κούραση”, όπως δημοσιεύτηκε στη σελίδα: respublica.

 

Η κούραση, κείμενο του Jean Baudrillard: Επιλέξαμε ένα θραύσμα γυαλιού για να αποδώσουμε τη σκέψη που αναδύεται μέσα από το δοκίμιο.

Το κείμενο

Υπάρχει στο εξής ένα παγκόσμιο πρόβλημα της κούρασης, όπως υπάρχει ένα παγκόσμιο πρόβλημα της πείνας. Παραδόξως, η ύπαρξη του ενός αποκλείει το άλλο: η ενδημική, ανεξέλεγκτη κούραση είναι, μαζί με την ανεξέλεγκτη βία […], χαρακτηριστικό των πλούσιων κοινωνιών, και απορρέει μεταξύ άλλων από το ξεπέρασμα της πείνας και της ενδημικής ένδειας, που παραμένει το μείζον πρόβλημα των προβιομηχανικών κοινωνιών. Η κούραση, ως συλλογικό σύνδρομο των μετα-βιομηχανικών κοινωνιών, επιστρέφει έτσι στο πεδίο των βαθιών ανωμαλιών, των «δυσλειτουργιών» της ευημερίας. Χαρακτηρίστηκε «καινούριο δεινό του αιώνα» και πρέπει να αναλυθεί σε συνδυασμό με τα άλλα φαινόμενα ανομίας, που η αναζωπύρωσή τους σημαδεύει την εποχή μας, ενώ όλα θα έπρεπε να συντελούν στην κατάργησή τους.
Όπως η καινούρια βία είναι «χωρίς αντικείμενο», έτσι και αυτή η κούραση είναι «χωρίς αιτία». Δεν έχει καμία σχέση με την μυική και ενεργειακή κούραση. Δεν προέρχεται από σωματικό ξόδεμα. Μιλούνε βέβαια αυθόρμητα για «νευρικό ξόδεμα», για «κατάθλιψη» και για ψυχοσωματική μεταστροφή. Αυτού του τύπου η εξήγηση αποτελεί τώρα μέρος της μαζικής κουλτούρας: υπάρχει σε όλες τις εφημερίδες (και σε όλα τα συνέδρια). Ο καθένας μπορεί να οχυρωθεί πίσω της σαν πίσω από μια καινούρια προδηλότητα, με την κατηφή χαρά ότι τον πρόδωσαν τα νεύρα του. Βέβαια, αυτή η κούραση σημαίνει τουλάχιστον ένα πράγμα (ίδια λειτουργία αποκαλυπτική όπως η βία και η μη βία): ότι αυτή η κοινωνία που προβάλλεται και βλέπει τον εαυτό της πάντα σε συνεχή πρόοδο προς την κατάργηση της προσπάθειας, τη λύση των εντάσεων, προς μεγαλύτερη ευκολία και αυτοματισμό, είναι στην πραγματικότητα μια κοινωνία του stress, της έντασης, του doping, στην οποία ο συνολικός ισολογισμός ικανοποίησης δίνει ένα ολοένα μεγαλύτερο έλλειμμα, στην οποία η ατομική και συλλογική ισορροπία καταστρέφεται ολοένα περισσότερο όσο πολλαπλασιάζονται οι τεχνικές προϋποθέσεις της πραγματοποίησής της.
Οι ήρωες της κατανάλωσης είναι κουρασμένοι. Μπορούμε να προβάλλουμε διάφορες ερμηνείες στο ψυχο-κοινωνιολογικό επίπεδο. Αντί να εξισώνει τις ευκαιρίες και να ειρηνεύει τον κοινωνικό (οικονομικό, κύρους) ανταγωνισμό, η καταναλωτική διαδικασία κάνει πιο βίαιο, πιο οξύ τον ανταγωνισμό σε όλες του τις μορφές. Με την κατανάλωση, είμαστε επιτέλους μόνο μέσα σε μια κοινωνία γενικευμένου,ολοκληρωτικούανταγωνισμού, που παίζει σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, γνώση, πόθο, σώμα, σημεία και ενορμήσεις, και όλα τα πράγματα στο εξήςπαράγονταιως ανταλλακτική αξία σε μιαν ακατάπαυστη διαδικασία διαφοροποίησης και υπερ-διαφοροποίησης.
Μαζί με τον Chobart de Lawe, μπορούμε να δεχτούμε και ότι, αντί να συνταιριάζει, όπως προσποιείται πως κάνει, «τις βλέψεις, τις ανάγκες και τις ικανοποιήσεις», η κοινωνία αυτή δημιουργεί ολοένα μεγαλύτερες διαστρεβλώσεις, στα άτομα καθώς και στις κοινωνικές κατηγορίες, που διαφωνούν με την επιταγή του ανταγωνισμού και της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας, και συγχρόνως με την στο εξής σφόδρα εσωτερικευμένη επιταγή να μεγιστοποιήσουν τις απολαύσεις. Με τόσους αντίθετους καταναγκασμούς, το άτομο διαλύεται. Η κοινωνική διαστρέβλωση των ανισοτήτων προστίθεται στην εσωτερική διαστρέβλωση ανάμεσα σε ανάγκες και βλέψεις, για να κάνει αυτήν την κοινωνία μια κοινωνία ολοένα περισσότερο ασυμφιλίωτη, αποσυντεθειμένη, σε κατάσταση «δυσφορίας». Η κούραση (ή «ασθένεια») θα ερμηνευτεί τότε σαν απάντηση, με μορφή παθητικής άρνησης, του σύγχρονου ανθρώπου σ’ αυτές τις συνθήκες ύπαρξης. Αλλά θα πρέπει να καταλάβουμε καλά ότι αυτή η «παθητική άρνηση» είναι στην πραγματικότηταλανθάνουσα βία, και ως τέτοια, είναι μια μόνον από τις εφικτές απαντήσεις, που οι άλλες μορφές της είναι της ανοιχτής βίας. Και εδώ πάλι, πρέπει να ανασυστήσουμε την αρχή της αμφισημαντότητας. Κούραση, κατάθλιψη, νεύρωση μπορούν πάντα να μετατραπούν σε ανοιχτή βία, και αντιστρόφως. Η κούραση του πολίτη της μετα-βιομηχανικής κοινωνίας δεν απέχει πολύ από την καλυμμένη απεργία, το φρενάρισμα, το «slowing down» των εργατών στα εργοστάσια, ούτε από την «ανία» του σχολείου. Όλα αυτά είναι μορφές παθητικής αντίστασης, «εσωστρεφούς» με την έννοια που μιλούμε για «εσωστρεφές νύχι», που αναπτύσσεται μέσα στην σάρκα, προς το εσωτερικό.
Πράγματι, θα πρέπει να αντιστρέψουμε όλους τους όρους της αυθόρμητης όρασης: η κούραση δεν είναι η παθητικότητα ως αντίθεση στην εξωτερική κοινωνική υπερκινητικότητα· είναι, απεναντίας,η μοναδική μορφή δραστηριότηταςπου μπορεί να εναντιωθεί, σε ορισμένες συνθήκες, στον καταναγκασμό της γενικής παθητικότητας που είναι ο καταναγκασμός των παρουσών κοινωνικών σχέσεων. Ο κουρασμένος μαθητής είναι εκείνος που υφίσταται παθητικά τον λόγο του καθηγητή. Ο κουρασμένος εργάτης, ο κουρασμένος γραφειοκράτης είναι εκείνοι που από τη δουλειά τους έχει αφαιρεθεί κάθε υπευθυνότητα. Η πολιτική «αδιαφορία», αυτή η κατατονία του σύγχρονου πολίτη, είναι η αδιαφορία του ανθρώπου που δεν λαμβάνει καμία απόφαση και διατηρεί μόνο την κοροϊδία του καθολικού δικαιώματος ψήφου. Και η αλήθεια είναι ότι αυτό συμβαίνει σήμερα με την σωματική και ψυχική μονοτονία της δουλειάς στον ιμάντα μεταφοράς και στο γραφείο, με την μυική, αγγειακή, φυσιολογική καταληψία των επιβεβλημένων όρθιων ή καθιστών στάσεων, των στερεότυπων κινήσεων, όλης της χρόνιας αδράνειας και υποαπασχόλησης του σώματος στις κοινωνίες μας. Αλλά δεν είναι αυτό η ουσία, γι’ αυτό και ποτέ δεν θα γιατρέψουν την «παθολογική» κούραση με την άθληση και την μυική άσκηση, όπως λένε οι απλοϊκοί ειδήμονες (ούτε με τα ηρεμιστικά ή τα διεγερτικά). Γιατί η κούραση είναι μια καλυμμένη αμφισβήτηση, που στρέφεται εναντίον του εαυτού της και «εσωστρέφεται» στο σώμα της επειδή, σε ορισμένες συνθήκες, είναι το μοναδικό πράγμα που μπορεί να κάνει το στερημένο άτομο. Όπως οι Μαύροι που εξεγείρονται στις πόλεις της Αμερικής ξεκινούν καίγοντας τις δικές τους συνοικίες.Η αληθινή παθητικότητα υπάρχει στη χαρούμενη συμμόρφωση στο σύστημα, στο «δυναμικό» στέλεχος, με το ζωηρό μάτι και τους φαρδιούς ώμους, που είναι τέλεια προσαρμοσμένο στην συνεχή του δραστηριότητα. Η κούραση είναι μια δραστηριότητα, μια λανθάνουσα, ενδημική, χωρίς αυτοσυνειδησία εξέγερση. Έτσι διασαφηνίζεται η λειτουργία της: το «slowing down» σε όλες του τις μορφές είναι (όπως η νεύρωση) η μοναδική διέξοδος για ν’ αποφύγουμε την πλήρη και γνήσια «break down». Και επειδή ακριβώς είναι μια (λανθάνουσα) δραστηριότητα μπορεί ξαφνικά να μετατραπεί σε ανοιχτή εξέγερση, όπως έδειξαν παντού τα γεγονότα του Μάη [του 1968]. Η αυθόρμητη, ολική μόλυνση, η «έκρηξη» του κινήματος του Μάη γίνεται κατανοητή μόνο με την ακόλουθη υπόθεση: αυτό που εκλαμβάναμε για ατονία, για απόλυτη αδράνεια, για γενικευμένη παθητικότητα ήταν στην πραγματικότητα ένα δυναμικό δυνάμεωνενεργώνως και μες στην παραίτησή τους, στην κούρασή τους, στην αμπωτίδα τους και άρα αμέσως διαθέσιμων δυνάμεων. Δεν έγινε θαύμα. Και η αμπωτίδα από τον Μάη και μετά δεν είναι, ούτε αυτή, μια ανεξήγητη «αντιστροφή» της διαδικασίας, είναι η μεταστροφή μιας μορφής ανοιχτής εξέγερσης σ’ έναν τρόπο λανθάνουσας αμφισβήτησης (και άλλωστε ο όρος «αμφισβήτηση» θα ίσχυε αυστηρά μόνο για τούτη την τελευταία μορφή: ορίζει τις πολλαπλές μορφές άρνησης που στιγμιαία διακόπτονται από μια πρακτική ριζικής αλλαγής).
Οπότε, για να συλλάβουμε το νόημα της κούρασης πρέπει, πέρα από τις ψυχο-κοινωνιολογικές ερμηνείες, να την ξανατοποθετήσουμε μέσα στη γενική δομή των καταθλιπτικών καταστάσεων. Αϋπνίες, ημικρανίες, κεφαλαλγίες, παθολογική βουλιμία ή ανορεξία, ατονία ή καταναγκαστική υπερδραστηριότητα: τυπικά διαφορετικά ή αντίθετα, τα συμπτώματα αυτά μπορούν στην πραγματικότητα να εναλλαγούν, να αντικαταστήσουν τα μεν τα δε –καθώς η σωματική «μεταστροφή» συνοδεύεται πάντα, και φτάνει μάλιστα να ορίζεται από την δυνητική «μετατρεψιμότητα» όλων των συμπτωμάτων. Ε λοιπόν –κι αυτό ακριβώς είναι το κεφαλαιώδες– αυτή η λογική της κατάθλιψης (δηλαδή, το ότι τα συμπτώματα «περιφέρονται», καθώς πια δεν συνδέονται με οργανικές βλάβες ή με πραγματικές δυσλειτουργίες) απηχεί τη λογική της κατανάλωσης (δηλαδή, το ότι, καθώς πια δεν συνδέονται με την αντικειμενική λειτουργία των αντικειμένων, ανάγκες και ικανοποιήσεις διαδέχονται άλληλες, παραπέμπουν οι μεν στις δε, αντικαθιστούν οι μεν τις δε σε συνάρτηση με μια θεμελιώδη ανικανοποίηση). Ο ίδιος ασύλληπτος, απεριόριστος χαρακτήρας, η ίδια συστηματική μετατρεψιμότητα διέπει την πλημμυρίδα των αναγκών και την «ρευστότητα» των συμπτωμάτων κατάθλιψης. Θα επανέλθουμε εδώ στην αρχή της αμφισημαντότητας, […], για να συνοψίσουμε την ολική, δομική εμπλοκή του συστήματος της κατανάλωσης και του συστήματος της σωματοποίησης (που μόνο μια πτυχή του αποτελεί η κούραση). Όλες οι διαδικασίες των κοινωνιών μας πηγαίνουν προς την κατεύθυνση μιας αποδόμησης, μιας διάλυσης της αμφισημαντότητας του πόθου. Καθώς ολοκληρώνεται στην ηδονή και στη συμβολική λειτουργία, η αμφισημαντότητα αυτή ξεφορτώνεται, αλλά με την ίδια λογική στις δυο έννοιες: όλη η θετικότητα του πόθου περνά μέσα στην αλυσίδα των αναγκών και των ικανοποιήσεων, όπου μεταβάλλεται σύμφωνα με έναν κατευθυνόμενο στόχο –όλη η αρνητικότητα του πόθου περνά στην ανεξέλεγκτη σωματοποίηση ή στην acting out της βίας. Έτσι φωτίζεται η βαθιά ενότητα όλης της διαδικασίας: καμία άλλη υπόθεση δεν μπορεί να εξηγήσει την πολλαπλότητα ξεκάρφωτων φαινομένων (αφθονία, βία, ευφορία, κατάθλιψη) που χαρακτηρίζουν όλα μαζί την «καταναλωτική κοινωνία» και που τα νιώθουμε πως όλα αναγκαστικά συνδέονται, αλλά που η λογική τους μένει ανεξήγητη στην οπτική μιας κλασικής ανθρωπολογίας.
Θα έπρεπε –αλλά δεν είναι εδώ το κατάλληλο μέρος– να προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο την ανάλυση:

1.Της κατανάλωσης ως συνολικής διαδικασίας «μετατροπής», δηλαδή «συμβολικής» μεταβίβασης μιας έλλειψης σε μιαν ολόκληρη αλυσίδα σημαινόντων/αντικειμένων, που επενδύονται διαδοχικά ως επιμέρους αντικείμενα.
2.Να γενικεύσουμε τη θεωρία του επιμέρους αντικειμένου στις διαδικασίες σωματοποίησης –κι εδώ συμβολική μετατόπιση και επένδυση– πάνω στη βάση μιας θεωρίας του σώματος και της θέσης που αυτό κατέχει ως αντικείμενο στο σύστημα της νεοτερικότητας. Έχουμε δει ότι αυτή η θεωρία του σώματος είναι ουσιώδης για τη θεωρία της κατανάλωσης –αφού το σώμα είναι μια συνόψιση όλων αυτών των αμφισήμαντων διαδικασιών: επενδύεται ναρκισσιστικά ως αντικείμενο εξερωτισμένης μέριμνας και συγχρόνως επενδύεται «σωματικά» ως αντικείμενο ανησυχίας και επιθετικότητας.
«Είναι εντελώς κλασικό, σχολιάζει ένας ψυχο-σωματολόγος: βρίσκετε καταφύγιο στην κεφαλαλγία σας. Θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε άλλο: λόγου χάρη μια κολίτιδα, αϋπνίες, διάφορα εξανθήματα ή εκζέματα, σεξουαλικές διαταραχές, βουλιμία, διαταραχές αναπνευστικές, πεπτικές, καρδιοαγγειακές…ή απλούστατα και το πιο συχνό: μια ακαταμάχητη κούραση».

Η κατάθλιψη ξεπροβάλλει, και έχει σημασία αυτό, εκεί που παύουν οι εργασιακοί καταναγκασμοί και αρχίζει (θα έπρεπε να αρχίζει) ο χρόνος της ικανοποίησης (ημικρανίες των γενικών διευθυντών από την Παρασκευή το βράδυ μέχρι τη Δευτέρα το πρωί, αυτοκτονίες ή γρήγορος θάνατος «συνταξιούχων» κτλ.). Είναι διαβοήτο και ότι ο «χρόνος της σχόλης» βλέπει να αναπτύσσεται, πίσω από την θεσμική, τελετουργική σήμερα ζήτηση ελεύθερου χρόνου, μια αύξουσα ζήτηση για εργασία, για δραστηριότητα, μια καταναγκαστική ανάγκη να «κάνουμε», να «πράξουμε», πράγμα που έκαμε τους ευσεβείς ηθικολόγους μας να δουν σ’ αυτό μιαν απόδειξη ότι η εργασία είναι μια «φυσική τάση» του ανθρώπου. Πρέπει μάλλον να πιστέψουμε ότι σ’ αυτήν την μη οικονομική ζήτηση για εργασία εκφράζεται όλη η επιθετικότητα που μένει ανικανοποίητη στην ικανοποίηση και τη σχόλη. Αλλά δεν θα μπορούσε να λυθεί μ’ αυτό, αφού, καθώς έρχεται από το βάθος της αμφισημαντότητας του πόθου, αναδιατυπώνεται μ’ αυτό σε απαίτηση, σε «ανάγκη» για εργασία, και συνεπώς επανολοκληρώνει τον κύκλο των αναγκών, που ως γνωστόν είναι αδιέξοδος για τον πόθο.

Όπως η βία μπορεί να γίνει οικιακής χρήσεως, για να εξυμνήσει την ασφάλεια, έτσι και η κούραση καθώς και η νεύρωση μπορούν να ξαναγίνουν πολιτισμικό γνώρισμα διάκρισης. Κινητοποιείται τότε όλο το τελετουργικό της κούρασης και της ικανοποίησης, κατά προτίμηση στους καλλιεργημένους και τους προνομιούχους (μα η διάχυση αυτού του πολιτισμικού «άλλοθι» γίνεται πολύ γρήγορα). Στο στάδιο αυτό, η κούραση δεν είναι πια καθόλου ανομική, και τίποτε από τα όσα έχουμε πει δεν ισχύει γι’ αυτήν την «υποχρεωτική» κούραση: είναι κούραση «καταναλωνόμενη» και επιστρέφει στο κοινωνικό τελετουργικό ανταλλαγής ή standing.

 

* Μπωντρυγιάρ Ζαν, «Η κούραση»,Η καταναλωτική κοινωνία: οι μύθοι της, οι δομές της,Θεσσαλονίκη, Νησίδες, 2005[2000], σσ. 225-230

Μαξ Βέμπερ: Οι βασικές αρχές

Στο κανάλι του Φιλολογικού στο youtube ανέβηκε η παρουσίαση των βασικών αρχών του μεγάλου Γερμανού κοινωνιολόγου, όπως αποτυπώνονται στο σχολικό εγχειρίδιο. Πρόκειται για μια αποδελτίωση των θέσεων του Βέμπερ από όλα τα κεφάλαια της εξεταστέας ύλης. Με αυτόν τον τρόπο η μαθήτρια και ο μαθητής αποκτούν εποπτεία των βασικών θέσεών του.

https://www.youtube.com/watch?v=f2IeyEYeW2Y&t=79s
Γ΄Κλίση Ουσιαστικών

Μπορείτε να δείτε στο κανάλι μας στο youtube μια παρουσίαση των βασικών κανόνων που καλό είναι να έχουμε υπόψη μας στην προσπάθεια να κατανοήσουμε καλύτερα τη γ’ κλίση των ουσιαστικών της Αρχαίας Ελληνικής.

 

Κοινωνικές θέσεις και κοινωνικοί ρόλοι

Το κείμενο του Κώστα Θεριανού που αναδημοσιεύουμε είναι εξαιρετικά βοηθητικό για την κατανόηση τόσο της έννοιας της κοινωνικής θέσεως, όσο και αυτής του κοινωνικού ρόλου στην επιστήμη της κοινωνιολογίας. Βασίζεται στο σχολικό βιβλίο, ταυτόχρονα όμως μας παρουσιάζει και την κριτική που έχει δεχθεί η συγκεκριμένη προσέγγιση.

Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κοινωνική θέση έχει άμεση σχέση με τη μορφή της ιεραρχίας, η οποία χαρακτηρίζει κάθε κοινωνία. Ο κοινωνικός ρόλος είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούμε σε συνάρτηση με την κοινωνική μας θέση. Εκεί υπεισέρχονται και οι διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης και έκφρασης.

Κοινωνικές θέσεις και κοινωνικοί ρόλοι

Η ζωή μας καθορίζεται από ένα σύνολο σχέσεων και δραστηριοτήτων (οικογένεια, εργασία, εκπαίδευση. Ο άνθρωπος συμμετέχει σε αυτές τις δραστηριότητες με τρόπο τυπικό, που σημαίνει ότι οι συμπεριφορές όλων των συμμετεχόντων είναι αναμενόμενες και κοινωνικά προσδιορισμένες. Τα άτομα μέσα σε αυτό το πλαίσιο καταλαμβάνουν διαφορετικές κοινωνικές θέσεις, από τις οποίες απορρέουν διαφορετικοί κοινωνικοί ρόλοι.

Πέρα όμως από τις τυπικές και αναμενόμενες συμπεριφορές, τα άτομα επιτελούν τους ρόλους που αναλαμβάνουν με τρόπο ουσιαστικό, ανάλογα με τις αντιλήψεις και τα βιώματά τους. Συνεπώς δεν «ερμηνεύουν» κατά τον ίδιο τρόπο τους κοινωνικούς ρόλους: άλλα ταυτίζονται πλήρως με τις αναμενόμενες συμπεριφορές και άλλα διαφοροποιούνται ή αποκλίνουν από αυτές.


Η κοινωνική θέση και ο κοινωνικός ρόλος είναι δύο διαφορετικά πράγματα.Κοινωνική θέση είναι η θέση που κατέχει ένα άτομο σε μια κοινωνία. Πχ κάποιος/ -α κατέχει τη θέση του δασκάλου/ -ας, του δικαστικού, του αστυνομικού.Ο κοινωνικός ρόλος είναι το πλέγμα των ρυθμίσεων που καθορίζουν πως θα ασκήσει τη θέση.Για παράδειγμα, η κοινωνική θέση του μαθητή υπάρχει σε πολλές κοινωνίας. Ο τρόπος, όμως, που θα ασκηθεί η θέση, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις, το τι πρέπει να κάνει και τι δεν πρέπει να κάνει ένας μαθητής αλλάζει από κοινωνία σε κοινωνία και από εποχή σε εποχή. Ο ρόλος του μαθητή είναι ιστορικά και κοινωνικά προσδιορισμένος.  

Η ιεραρχία, δομικό χαρακτηριστικό των κοινωνιών


Γιατί ο δάσκαλος βαθμολογεί το μαθητή; Γιατί ο εργοδότης ελέγχει τον εργαζόμενο; Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι ότι μέσα σ’ αυτές τις σχέσεις οι θέσεις που καταλαμβάνουμε είναι ιεραρχημένες. Η ιεραρχία αυτή οφείλεται σε ένα σύστημα θέσεων που προσδιορίζει την κάθε δραστηριότητα (οικογενειακή, εκπαιδευτική ή εργασιακή) και περιλαμβάνει τις τυποποιημένες και αναμενόμενες συμπεριφορές, δηλαδή τον κοινωνικό θεσμό. Επομένως ένας κοινωνικός θεσμός συνίσταται από ένα σύστημα θέσεων και αποσκοπεί στην εκπλήρωση μιας βασικής λειτουργίας της κοινωνίας. Για παράδειγμα, το σχολείο συγκροτείται από πολλές κοινωνικές θέσεις (π.χ. δάσκαλος, μαθητής, διευθυντής, διευθυντής εκπαίδευσης, υπεύθυνος ΣΕΠ, γονέας κτλ.) με ανάλογους ρόλους (αναμενόμενες και τυποποιημένες συμπεριφορές). Οι ρόλοι αυτοί αποσκοπούν στην εκπλήρωση της εκπαιδευτικής λειτουργίας (δηλαδή της μάθησης), ανεξάρτητα από το βαθμό επιτυχίας στην πράξη.

Οι ρόλοι που καλούνται να αναλάβουν τα άτομα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους διαφοροποιούνται από μια κοινωνία σε μια άλλη, όπως είναι φυσικό, επιπλέον όμως κάθε άτομο «παίζει», «ερμηνεύει» το ρόλο του με ένα δικό του τρόπο. Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Γκόφμαν, οι διάφοροι κοινωνικοί ρόλοι, όπως και οι προσδοκίες που έχουν οι άλλοι από τη συμπεριφορά μας σε συγκεκριμένες συνθήκες, μοιάζουν με σενάρια τα οποία καλούμαστε να ερμηνεύσουμε (γι’ αυτό και πολλοί κοινωνιολόγοι, όταν μιλούν για κοινωνικούς ρόλους, χρησιμοποιούν ταυτόσημες έννοιες με αυτές της υποκριτικής και της ηθοποιίας). Υποδυόμαστε επομένως αυτούς τους ρόλους και διεκπεραιώνουμε την ερμηνεία τους σύμφωνα με την κοινωνική εκπαίδευση που έχουμε λάβει, αλλά και σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο διαδραματίζονται οι κοινωνικές σχέσειςΕίναι αυτονόητο ότι μέσα από την ανάληψη των νέων ρόλων πραγματοποιείται σταδιακά η εκμάθηση των νέων υποχρεώσεων και η επίγνωση των νέων δικαιωμάτων που σχετίζονται με τους ρόλους αυτούς. Για το λόγο αυτό οι κοινωνιολόγοι -σε αντίθεση με την κλασική ψυχαναλυτική προσέγγιση, που θεωρούσε ότι ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά των ανθρώπων διαμορφώνονται στην παιδική ηλικία- ισχυρίζονται ότι   η κοινωνικοποίηση είναι μια συνεχής, αδιάλειπτη και ανοικτή διαδικασία, η οποία ξεκινά από τη γέννηση του ατόμου και συνεχίζεται σε ολόκληρη την πορεία της ζωής του. Οι απαιτήσεις των ρόλων στα μεταγενέστερα στάδια της ζωής του ανθρώπου και οι αντίστοιχες επιλογές του μπορούν σε κάποιες περιπτώσεις να ανατρέψουν προγενέστερες συμπεριφορές.

Η κριτική που ασκείται συνήθως στις θεωρίες των ρόλων αναφέρεται στο ότι δε λαμβάνονται υπόψη τα προσωπικά χαρακτηριστικά κάθε ατόμου, οι σχέσεις εξουσίας που συνδέουν το σύστημα των ρόλων, η συμβολή των κοινωνικών κινημάτων στη μεταβολή των κοινωνιών. Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να πούμε ότι εξαιτίας των κοινωνικών κινημάτων που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α. κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα το περιεχόμενο των ρόλων του άνδρα και της γυναίκας άλλαξε ριζικά.

Η κριτική των ρόλων επισημαίνει τα εξής:- Οι άνθρωποι είναι ξεχωριστές και ιδιαίτερες προσωπικότητες. Δεν είναι μαριονέτες των κοινωνικών συνθηκών και κατά συνέπεια το πως ασκούν ένα ρόλο καθορίζεται από το πως ερμηνεύουν τις απαιτήσεις του και τις προσδοκίες της κοινωνίας. Υπάρχουν, φυσικά, νομικές ρυθμίσεις για την άσκηση κάποιων ρόλων, όπως οι άνθρωποι έχουν περιθώρια αυτονομίας. Πχ. δεν ασκούν όλοι με τον ίδιο τρόπο το ρόλο του εκπαιδευτικού ή του μαθητή.  – Το περιεχόμενο των ρόλων από τυπική άποψη (δηλαδή νομικές ρυθμίσεις για το ποια είναι τα καθήκοντα και ποιες οι υποχρεώσεις) καθορίζονται από τις σχέσεις εξουσίας σε μια κοινωνία. Σε κοινωνίες αυταρχικές, οι εκπαιδευτικοί έχουν περισσότερη εξουσία πάνω στους/ στις μαθητές/ τριες.- Τα κοινωνικά κινήματα που φέρνουν κοινωνικές αλλαγές, αλλάζουν και το περιεχόμενο των ρόλων. Πχ ένα κίνημα εκδημοκρατισμού της κοινωνίας ή ένα κίνημα για την ισότητα των δύο φύλων, φέρνει και αλλαγές στο περιεχόμενο των ρόλων. Όπως αναφέρθηκε και στην προηγούμενη επεξήγηση: οι ρόλοι είναι ιστορικά και κοινωνικά προσδιορισμένοι.

Πηγή:

Εκπαιδευτικό υλικό καθώς και εκπαιδευτικά video στα οποία έχουν πρόσβαση οι μαθήτριες και οι μαθητές του Φιλολογικού Φροντιστηρίου θα βρείτε στην ιστοσελίδα μας filologiko.ελ, η οποία αφορά τα διαδικτυακά μαθήματα που παρέχουμε.

Για τα δια ζώσης τμήματά μας και τα αντίστοιχα Προγράμματα Σπουδών, ενημερωθείτε εδώ και φυσικά στη Γραμματεία του Φροντιστηρίου.

Κοινωνικοί ρόλοι και κοινωνικές θέσεις.

Κριτήριο στον εξωτερικό προσανατολισμό

Παραθέτουμε κριτήριο στον εξωτερικό προσανατολισμό και τις πελατειακές σχέσεις. Η ενότητα βρίσκεται στο δεύτερο κεφάλαιο του σχολικού βιβλίου. Μπορείτε να ενημερώνεστε για το εκπαιδευτικό υλικό που αφορά το μάθημα της Ιστορίας εδώ. Παραθέτουμε και τις αντίστοιχες σελίδες για τα μαθήματα των Αρχαίων, της Έκθεσης, της Κοινωνιολογίας και των Λατινικών.

Κριτήριο στον εξωτερικό προσανατολισμό και τις πελατειακές σχέσεις: Διαλέξαμε την εικόνα μιας αλυσίδας για να τονίσουμε τις αλληλοεξαρτήσεις του πολιτικού γίγνεσθαι εκείνη την εποχή.

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Α. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν με την ένδειξη Σωστό ή Λάθος δίπλα στον αριθμό που αντιστοιχεί στην κάθε πρόταση.

1.Στην απόφαση για το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας το ρωσικό κόμμα άσκησε έντονη αντιπολίτευση.

2.Ο Υψηλάντης πρότεινε τη δημιουργία φιλελεύθερου συστήματος διακυβέρνησης,ώστε να εξασφαλιστούν οι οικονομικοί πόροι για τη συνέχιση του αγώνα.

3.Ο ανταγωνισμός μεταξύ προσώπων για την κατάληψη θέσεων ιδιοκτησίας οδήγησε στην οργάνωση πελατειακών δικτύων.

4.Στη Στερεά Ελλάδα φορείς της πατρωνίας ήταν μεγαλοαρματωλοί.

5.Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος το 1822 κατόρθωσε να γίνει ρυθμιστής στο ζήτημα της ηγεσίας του Αγώνα.

Β1. Ποια αίτια οδήγησαν στην οργάνωση των πελατειακών δικτύων κατά την προεπαναστατική περίοδο;

Β2. Ποια λύση στο πρόβλημα της ηγεσίας του Αγώνα έδωσε το Προσωρινόν Πολίτευμα της Επιδαύρου;

Β3. Ποιοι αποτελούσαν τους οπαδούς και τα στελέχη του γαλλικού κόμματος;

Γ. Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και τις πληροφορίες του παραθέματος να αναφερθείτε στις αντιλήψεις που κυριαρχούν για τα κόμματα τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια.

Κατά την τρίτη και τέταρτη κιόλας δεκαετία του προηγούμενου αιώνα οι ελληνικές εφημερίδες διέδιδαν την άποψη ότι τα κόμματα έβλαπταν το δημόσιο καλό και υπηρετούσαν μόνο τη θεσιθηρία.Η πολιτική διαμάχη,η αντιπαράθεση απόψεων μεταξύ πολιτικών ομάδων φαινόταν εδώ ως ένας απορριπτέος νεωτερισμός,η κομματική ιδιότητα ήταν η ετικέτα στην οποία αναγνώριζαν ,λέει,τους εθνικώς αφερέγγυους. …Αυτή η έλλειψη κατανόησης για το ιστορικά νέο φαινόμενο του πολιτικού κόμματος δε χρειάζεται ασφαλώς να μας προκαλέσει έκπληξη,καθώς τα κόμματα περιφρονούνταν και σε άλλες χώρες στο κατώφλι της σύγχρονης εποχής.Διότι ήταν αδιανόητο για την παρωχημένη αντίληψη περί δημοσίου καλού το ότι μία πολιτική αλήθεια μπορεί να είναι μόνο μερική.

Gunnar Hering: Die politischen Parteien in Griechenland 1821-1936. Μόναχο1992,σ.12

Κοινωνικοποίηση: Εισαγωγικές σημειώσεις

Χρησιμοποιώντας τον όρο κοινωνικοποίηση επιχειρούμε να οριοθετήσουμε μια δυναμική και διαρκή διαδικασία μέσω της οποίας τα άτομα οδηγούνται στη συμμετοχή στις λειτουργίες μιας κοινωνίας. Ο άνθρωπος εξ ορισμού υπόκειται διαρκώς σε αυτή τη διαδικασία, από τη στιγμή της γέννησης έως το τέλος της ζωής του.

Αν θελήσουμε να μιλήσουμε πιο αναλυτικά για την κοινωνικοποίηση θα πούμε ότι είναι μια πορεία μέσω της οποίας το άτομο μαθαίνει και εξοικειώνεται τόσο με συμπεριφορές όσο και με κανόνες. Κατανοεί τις αξίες που προκρίνει η κοινωνία μέσα στην οποία βρίσκεται, τις δεξιότητες που το συγκεκριμένο περιβάλλον θεωρεί σημαντικές, εν ολίγοις το πλαίσιο μέσα στο οποίο η ζωή του θα κινηθεί.

Κοινωνικοποίηση: Εισαγωγικές σημειώσεις. Επιλέξαμε μια αφηρημένη σύνθεση σε γαλάζιο και γκρι για να τονίσουμε τον δυναμικό χαρακτήρα της διαδικασίας της κοινωνικοποίησης.

Αν χρησιμοποιήσουμε μια μεταφορά, θα δούμε το άτομο έκθετο σε μια συνεχή πολιτισμική βροχή. Καλείται διαρκώς να προσαρμόζεται, να αφομοιώνει, να ενσωματώνει. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι αυτή η διαδικασία στις σημερινές κοινωνίες μπορεί να είναι πηγή άγχους για το υποκείμενο αλλά και για ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Οι σημερινές παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες βιώνουν τη συνεχή αλλαγή αλλά κυρίως την ίδια την επιτάχυνση της αλλαγής ως βασικό χαρακτηριστικό της συστατικής τους δομής.

Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι σήμερα η κοινωνικοποίηση είναι σχεδόν πάντα ατελής καθώς τα άτομα δεν έχουν τον απαραίτητο χρόνο να βιώσουν και να ενσωματώσουν τις σαρωτικές κοινωνικές αλλαγές και κυρίως τον επιταχυνόμενο ρυθμό τους.

Πόσο σημαντική είναι μια φυσιολογική κοινωνικοποίηση;

Στο μέτρο του δυνατού μπορούμε να μιλήσουμε για μια φυσιολογική διαδικασία κοινωνικοποίησης. Ουσιαστικά αναφερόμαστε σε μια πορεία που ξεκινά από τον πιο προστατευμένο φορέα, την οικογένεια. Έχει παρατηρηθεί ότι, όταν βρέφη στερούνται μια φυσιολογική πορεία κοινωνικοποίησης – όταν για παράδειγμα η μητέρα είναι απούσα λόγω κοινωνικής κατακραυγής – η ζημιά στην ανάπτυξη του παιδιού είναι ανεπανόρθωτη. Το κενό φαίνεται δυσαναπλήρωτο παρά τις συντονισμένες προσπάθειες ψυχολόγων, παιδαγωγών, κοινωνικών λειτουργών που παράσχουν μέριμνα και φροντίδα.

Οι δύο βασικοί άξονες της κοινωνικοποίησης

Μια φυσιολογική πορεία κοινωνικοποίησης θα λέγαμε ότι διαρθρώνεται πάνω σε δύο βασικούς άξονες

  • Αφενός έχουμε τη διαδικασία που αποσκοπεί στη συγκρότηση της προσωπικότητας του ατόμου και τότε μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την κατεύθυνση που λαμβάνει ως ατομοκεντρική.
  • Αφετέρου έχουμε την προσπάθεια της κοινωνίας να αγκαλιάσει το άτομο, να το ενσωματώσει στους κόλπους της και τότε η κατεύθυνση που λαμβάνει χαρακτηρίζεται ως κοινωνιοκεντρική.

Σχετικά με τη συγκρότηση της προσωπικότητας

Στην πρώτη περίπτωση, η οποία και επιδιώκει τη συγκρότηση της προσωπικότητας κυριαρχεί η διδασκαλία και γενικά η λειτουργία της μάθησης. Στις μικρότερες ηλικίες είναι δύσκολο να μιλήσουμε για απόλυτα συνειδητή πρόσληψη. Πολλές φορές παρατηρούμε έναν άλογο μιμητισμό στην προσπάθεια ένταξης στην κοινωνική ομάδα.

Στις μεγαλύτερες ηλικίες μειώνονται αυτού του είδους οι αντιδράσεις. Σε αυτό το στάδιο όμως εντείνονται οι μηχανιστικές αντιδράσεις καθώς ο μεγαλύτερης ηλικίας κοινωνικός άνθρωπος λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό μέσα σε τυποποιημένες σχέσεις.

Η κοινωνική ενσωμάτωση

Στη δεύτερη περίπτωση  εντάσσονται οι προσπάθειες της κοινωνίας να ενσωματώσει τα άτομα που εισέρχονται και λειτουργούν στο εσωτερικό της. Η διαδικασία βασίζεται στους επονομαζόμενους φορείς κοινωνικοποίησης αλλά και στους θεσμούς. Ας μη παραβλέπουμε ότι σημαντικότατοι θεσμοί, όπως η οικογένεια είναι ταυτόχρονα και φορείς κοινωνικοποίησης.

Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι μηχανισμοί όπως η παράδοση που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνικοποίηση του ατόμου λειτουργούν και σε ασυνείδητο επίπεδο καθώς οι διαδικασίες που λειτουργούν εντός τους έχουν πλήρως αφομοιωθεί από τον κοινωνικό ιστό.

Το υλικό για το μάθημα της κοινωνιολογίας που αναρτούμε δημοσιεύετε με τη μορφή ευρετηρίου εδώ:

Πρόγραμμα διαγωνισμάτων θερινού κύκλου 2019 -2020

Τα διαγωνίσματα του θερινού κύκλου για το σχολικό έτος 2019 -2020 ξεκινούν στις 27 Αυγούστου, στις 11 το πρωί. Καλή επιτυχία και καλή αρχή σε όλες και σε όλους!

 

Ημερομηνία

Γ’ Ανθρωπιστική

Τμήματα Έκθεσης Γ’ Γενικού Λυκείου

Τμήμα Έκθεσης Γ’ Λυκείου ΕΠΑΛ

27/08/19

Έκθεση

Έκθεση

28/08/19

Αρχαία Ελληνικά

Έκθεση

29/08/19

Ιστορία

30/08/19

Κοινωνιολογία

 

 

Ημερομηνία

Β’ Ανθρωπιστική

Τμήμα Έκθεσης Β’ Γενικού Λυκείου

Τμήμα Έκθεσης Β’ Λυκείου ΕΠΑΛ

03/09/19

Έκθεση

Έκθεση

04/09/19

Αρχαία Ελληνικά

Έκθεση

 

 

Ημερομηνία

Α’ Γενικού Λυκείου

03/09/19

Έκθεση

04/09/19

Αρχαία Ελληνικά

 

 

Ο Δερβίσης και ο Θάνατος του Meša Selimović

Το αριστούργημα του Meša Selimović “Ο δερβίσης και ο θάνατος” επανακυκλοφορεί στην Ελληνική γλώσσα. Το βιβλίο είχε εξαντληθεί, επανεκδόθηκε και πλέον είναι ξανά προσιτό και στην Ελληνική του μετάφραση.

Έχουμε να κάνουμε με ένα ανάγνωσμα που θεωρείται δύσκολο. Κινείται σε πολλά επίπεδα. Κυρίως είναι ένα αριστούργημα της γραφής που εστιάζει και χρησιμοποιεί τον εσωτερικό μονόλογο. Μια αναγνώστρια γράφει χαρακτηριστικά: “Το κείμενο είναι γραμμένο στο πρώτο πρόσωπο και η αίσθηση που αφήνει είναι ότι περπατάς στο εσωτερικό του νου του συγγραφέα, ότι παρατηρείς τις σκέψεις όπως αναδύονται. Αυτές πολλές φορές αναδιπλώνονται, κάνουν διάλογο μόνο με τον εαυτό τους.”

 

Ο δερβίσης και ο θάνατος: Επιλέξαμε το εξώφυλλο της Αγγλικής έκδοσης για το κείμενό μας σχετικά με το αριστούργημα του Mesa Selimovic.

 

Η υπόθεση

 

Η βασική ιστορία που εξιστορείται είναι απλή. Βασικός πρωταγωνιστής είναι ο δερβίσης Nurrudin. Βρισκόμαστε στη Βοσνία, κατά την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πιο συγκεκριμένα η ιστορία μας εκτυλίσσεται κατά τον 18ο αιώνα. Η ζωή του Nurrudin μοιάζει γαλήνια. Είναι επικεφαλής του Ισλαμικού μοναστηριού, στο οποίο ζει. Περιβάλλεται από σεβασμό και εκτίμηση.

Τη γαλήνια καθημερινότητά του θα ταράξει η είδηση ότι ο αδελφός του Harun συνελήφθη από τις Οθωμανικές αρχές. Είμαστε μάρτυρες της εσωτερικής του αγωνίας αφενός να κατανοήσει το τι συνεβη, αφετέρου να αποφασίσει τι πρέπει να κάνει.

Σταδιακά όλες οι βεβαιότητες που μέχρι τότε στήριζαν τη ζωή του τίθενται σε αμφισβήτηση. Η εξουσία, η νομιμότητα, οι δυνάμεις – φανερές και υπόγειες – που κινούν τα ανθρώπινα πλάσματα και τους ρυθμούς τους περνούν μέσα από το χαρακτηριστικό πλαίσιο του εσωτερικού του μονολόγου.

 

 

Το θέμα

 

Ο Δερβίσης και ο θάνατος είναι ένα έργο που επιτρέπει πολλαπλές αναγνώσεις. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να απομονώσουμε ένα συγκεκριμένο θέμα. Ωστόσο, μας φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα η προσέγγιση που εστιάζει στο περιεχόμενο μιας Σερβο – Κροατικής λέξης, μέσω της οποίας επιχειρείται να προσεγγιστεί το μυθιστόρημα. Η λέξη “malodusnost” μπορεί να αποδοθεί κυριολεκτικά ως μικρή ή συρρικνωμένη ψυχή και μεταφορικά χρησιμοποιείται για να εκφραστεί η ψυχική δειλία, η αδυναμία να σταθεί κάποιος συνεπής στις αξίες και τα ιδανικά του.

Καθώς το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται έχουμε την αίσθηση ότι η ψυχή του  Nuruddin πάσχει. Πολύ γρήγορα οι συνεκτικοί αρμοί με την περιβάλλουσα ζωή και κοινωνία αποσαθρώνονται. Το όνομα του πρωταγωνιστή σημαίνει κατά λέξη “το φως της πίστης” και αυτό που βιώνει ο αναγνώστης είναι την πλήρη αποδόμηση κάθε πίστης.

 

 

Η αντίθεση

 

Παρακολουθώντας τον εσωτερικό μονόλογο του ήρωα είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε το που μπορεί να βρίσκεται η ψυχική δειλία (malodusnost). Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση χαρακτηρίζεται από ειλικρίνεια, ψυχολογική εμβάθυνση, ηθικό προσδιορισμό. Οι σκέψεις ακολουθούν η μια την άλλη και εντυπωσιαζόμαστε από το βάθος της ανάλυσης.

Ο Selimović αφήνει τον ήρωα να παρουσιάσει τις συναλλαγές του με τους άλλους. Πολλές φορές οι πράξεις του δεν συνάδουν με τη σκέψη του. Πρώτα εξαπατά τον εαυτό του μέσω μηχανισμών εκλογίκευσης και στη συνέχεια αναλύει και παγιδεύεται σε μια ροή που είναι πιο δυνατή τόσο από τη σκέψη, όσο και από την πίστη.

 

 

 

Η τρυφερή ματιά

 

 

Υπάρχουν παράλληλα σημεία ανάμεσα στη ζωή του Δερβίση και στη ζωή του συγγραφέα. Ο αδελφός του Selimović εκτελέστηκε στην Τούσλα το 1944 με απόφαση του στρατοδικείου του Γ’ Σώματος. Ο συγγραφέας όμως ήταν υποχρεωμένος να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς να δείξει σημάδια ενόχλησης. Στέκεται με τρυφερότητα απέναντι στον μυθιστορηματικό του ήρωα. Η ηθική δειλία του (ή απόγνωση) παρουσιάζεται παράλληλα με την απέραντη θλίψη και τον πόνο που κατακλύζει την ψυχή του. Ο εσωτερικός του αγώνας είναι ειλικρινής. Ο Selimović δεν στέκει κριτής. Έχει ενσυναίσθηση, όπως οφείλει να έχει και ένας καλός ψυχοθεραπευτής. Σε κανένα σημείο δεν χάνει τον έλεγχο της αφήγησης, ενώ ταυτόχρονα βρισκεται κοντά στον πρωταγωνιστή του. Πολλοί έχουν πει ότι με αυτόν τρόπο ο  Selimović προσεγγίζει και μεθερμηνεύει δημιουργικά το μεγάλο πρότυπό του, τον Fyodor Dostoevsky.

 

 

 

Τα όρια της λογικής

 

Υπάρχουν πολλές ομοιότηττες που μπορεί να βρει κανείς ανάμεσα στο έργο του Dostoevsky “Αναμνήσεις από το υπόγειο” και το έργο του Selimović “Ο δερβίσης και ο θάνατος”. Τόσο ο ήρωας του ‘Υπογείου”, όσο και ο δερβίσης Nuruddin θεωρούνται χαρακτηριστικά πρότυπα ανθρώπων που λειτουργούν συγκροτημένα. Η λογική είναι ο οδηγός τους. Και όμως, προβαίνουν σε ακραίες, ακατανόητες πράξεις. Η βαθύτερη επιθυμία τους είναι να βρουν μια αρχή πιο δυνατή από αυτή που ονομάζουμε ανθρώπινη λογική. Παρότι συνειδητά την υπηρετούν, ασυνείδητα πνίγονται και επιδιώκουν να την προσπελάσουν, να την αντικαταστήσουν με μια αρχή πιο δυνατή, απόλυτη. Ίσως μόνο τοτε η ταραγμένη τους ψυχή μπορεί να αναπαυθεί…