Τι είναι η αλληγορία: Προσδιορισμός και παραδείγματα

Στο ερώτημα τι είναι η αλληγορία μια πρώτη απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι η αλληγορία είναι ένα λογοτεχνικό και λεκτικό σχήμα το οποίο βασίζεται στη χρήση συμβόλων και μεταφορών. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκουμε να μεταδώσουμε ένα ευρύτερο μήνυμα στους αναγνώστες ή στους ακροατές μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αλληγορίας με τον οποίο όλοι είμαστε εξοικειωμένοι είναι οι παροιμίες. Οι παροιμίες κρύβουν νοήματα διαφορετικά από αυτά που οι λέξεις δηλώνουν στην κυριολεξία τους. Όλοι κατανοούμε πως η παροιμία: “Το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο”, δεν αναφέρεται απλά στην ανάγκη της καθαριότητας και υγιεινής. Κυρίως μέσω της παροιμίας επιδιώκεται να τονιστεί η ανάγκη της αλληλοβοήθειας, της ανθρώπινης συμπαράστασης.

Είναι κατανοητό επίσης, ότι, εφόσον μεταφερόμαστε από το επίπεδο μιας καθημερινής ασχολίας στο επίπεδο των εννοιών και των αξιών βρισκόμαστε στο χώρο της μεταφοράς.

 

"Τι είναι η αλληγορία": Για το κείμενό μας επιλέξαμε μια εικόνα αλληγορική, η οποία απεικονίζει ένα ψάρι που έχει τη μορφή παγόβουνου. Άλλο πάνω από τη μέση και πάνω και διαφορετικό από κάτω.

Αλληγορίες που όλοι γνωρίζουμε

Είμαστε όλοι εξοικειωμένοι με έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και φιλοσοφίας τα οποία είναι παραβολές. Σίγουρα, το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η αλληγορία του σπηλαίου. Ο Πλάτωνας ενσωματώνει στον διάλογό του Πολιτεία αυτόν τον υπέροχο μύθο, ο οποίος αποτελεί μια μεταφορά για την παιδεία, την πραγματική γνώση και τον τρόπο προσέγγισής της. Ως αλληγορία επίσης,  μπορούμε να θεωρήσουμε ολόκληρο το έργο του Ernest Hemingway “The old man ant the sea” (Ο γέρος και η θάλασσα). Το κείμενο δεν αφηγείται απλά μια ιστορία από τη ζωή ενός ηλικιωμένου ψαρά. Είναι μια μεταφορά για τον αγώνα του ανθρώπου και την προσπάθειά του να νοηματοδοτήσει τις πράξεις του μέσα σε ένα σύμπαν παράλογο (για την ανθρώπινη λογική) και χαοτικό.

 

Παραδείγματα αλληγορίας

Επομένως, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την αλληγορία, ως μια τεχνική έκφρασης με την οποία επιδιώκουμε και επιτυγχάνουμε την απόκρυψη του πραγματικού νοήματος. Στην πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει μόνο στο πρώτο επίπεδο, καθώς η επιδίωξη είναι η αποκρυπτογράφηση του περιεχομένου. Απαιτείται μια ειδική ανάγνωση για αυτή την αποκρυπτογράφηση, να έχουμε τη δυνατότητα να διαβάσουμε και “κάτω από τις λέξεις”. Η ειδική ανάγνωση προϋποθέτει και κάποιες πολιτισμικές καταβολές σταθερές και οικείες για τους παραλήπτες του μηνύματος. Στην αλληγορία του σπηλαίου πρέπει να μοιραζόμαστε την κοινή μεταφορά του σκότους και αντίστοιχα του φωτός ως συμβολισμούς της άγνοιας και της γνώσης. Η αλληγορία λοιπόν είναι και ένας δείκτης, τόσο της συνοχής μιας κοινωνίας, όσο και των συμβόλων της.

Η αλληγορία στη λογοτεχνία

Την αλληγορία θα τη συναντήσουμε συχνά ως εκφραστικό μέσο και τεχνική στη λογοτεχνία. Θα ανατρέξουμε σε ένα παράδειγμα που μας έρχεται από την Αρχαϊκή λυρική ποίηση. Ο ποιητής Αλκαίος, ο οποίος έζησε τον 6ο αιώνα π.Χ. θέλησε κάποτε να μιλήσει για τις οδυνηρές συνέπειες των εμφυλίων συρράξεων. Χρησιμοποίησε την αλληγορία ως τεχνική. Περιέγραψε μια κατάσταση άγριας βαρυχειμωνιάς και κακοκαιρίας γνωρίζοντας ότι πρόκειται για μια εικόνα που οι σύγχρονοί του θα μπορούσαν να κατανοήσουν ως σύμβολο για την πολιτική αναταραχή και την εμφύλια διαμάχη. Στη συνέχεια του ποιήματός του περιγράφει μια ακόμη γνώριμη εικόνα. Ένα καράβι τσακίζεται στα βράχια, μέσα στη θαλασσοταραχή. Προφανώς έχουμε μια αναφορά στην πολιτεία που σύσσωμη βουλιάζει. Και οι ναύτες, όμως, παρά την προσπάθειά τους πνίγονται και χάνονται. Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε τους πολίτες της πόλης που η εμφύλια σύγκρουση ρήμαξε.

Το ποίημα επομένως, κινείται σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο, έχουμε την περιγραφή της θύελλας και του ναυαγίου. Το δεύτερο προκύπτει από την ανάγνωση της αλληγορίας. Με αυτόν τον τρόπο ο Αλκαίος αφήνει ένα ανεξίτηλο στίγμα στις ψυχές των συμπολιτών του. Το ποίημα καθίσταται πολύ πιο δυνατό και υποβλητικό, καθώς χάνει κάθε διδακτικό τόνο. Μιλά άμεσα στις αισθήσεις.

 

Το ποίημα του Αλκαίου

 

ἀσυννέτημμι τὼν ἀνέμων στάσιν·
τὸ μὲν γὰρ ἔνθεν κῦμα κυλίνδεται,
τὸ δ᾽ ἔνθεν, ἄμμες δ᾽ ὂν τὸ μέσσον
νᾶϊ φορήμμεθα σὺν μελαίναιχείμωνι μόχθεντες μεγάλωι μάλα·
πὲρ μὲν γὰρ ἄντλος ἰστοπέδαν ἔχει,
λαῖφος δὲ πὰν ζάδηλον ἤδη,
καὶ λάκιδες μέγαλαι κὰτ αὖτο·χόλαισι δ᾽ ἄγκυρραι, τὰ δ’ ὀήϊα
[                                                      ]
[                                                      ]
τοι πόδες ἀμφότεροι μένο̣ισινἐν βιμβλίδεσσι· τοῦτό με καὶ σ̣[άοι
μ̣όνον· τὰ δ᾽ ἄχματ᾽ ἐκπεπ[.]άχμενα
. .]μεν.[.]ρ̣ηντ᾽ ἔπερθα, τὼν̣[. . .]
ε̣νοι̣σ.[Παραθέτουμε την έξοχη μετάφραση του Σωτήρη Κακίση:πούθε φυσάνε οι άνεμοι; και φέρνουνε το κύμα
πότε από δω, πότε από ’κει· γυρνάμε πάνω κάτω
με το μαύρο καράβι μας καταμεσής του πόντου,και τυραννιόμαστε πολύ στην τόση τρικυμία·
νερό η κουβέρτα γέμισε, και τα πανιά σκίστηκαν
απ’ άκρη σ’ άκρη, κρέμονται μεγάλα τα κουρέλια·
πάει, χαλαρώσαν τα σχοινιά !